Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2009

Λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας.


“τρομοκράτης ο [tromokrátis] θηλ. τρομοκράτισσα [tromokrátisa] : μέλος οργάνωσης που χρησιμοποιεί την τρομοκρατία ως μέσο δράσης. || άνθρωπος που, για να επιβληθεί στους άλλους, καταφεύγει σε απειλές και βιαιότητες.





2 σχόλια:

  1. ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ!!!!
    αν αυτος δεν ειναι ο ορισμος της τρομοκρατιας αραγε ποιος να ειναι?

    συνεχισε ετσι και εγω πλαϊ σου! και μην ξανακλεισεις τα σχολια ΘΑ ΠΛΑΚΩΘΟΥΜΕ!
    ασε να λενε.....μη μασας!

    καψοραχη

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. τρομοκράτης = αστυνομια!
    ο ορισμός των αποτελεσμάτων τρομοκρατικών επιθέσεων ειναι οι πράξεις των πολυ καλων μας φιλων αστυνομικών ως αποτέλεσμα τον ανθρωπο στην φωτογραφια.μην ξεχνάμε μια εικόμα ειναι χιλιες και λεξεις!

    ΑπάντησηΔιαγραφή